Πώς τα capital controls μετέτρεψαν τις συναλλαγές σε ακριβά …

Ελληνικό δαιμόνιο, υπομονή, αλλά και χρήματα θα πρέπει να διαθέτουν επιχειρήσεις και επαγγελματίες, προκειμένου να αντιμετωπίσουν τη γραφειοκρατία και τους περιορισμούς στην κίνηση κεφαλαίων. Στη χαρτούρα και τα δικαιολογητικά που θα πρέπει να προσκομίζουν και να συμπληρώνουν οι επιχειρήσεις, προστέθηκε άλλος ένας παράγοντας δυσκολίας, αυτός της αύξησης του κόστους εκτέλεσης των συναλλαγών, οι οποίες ενώ μέχρι τώρα γίνονταν μέσω web banking με μηδαμινό κόστος, σήμερα θεωρούνται πλέον εμβάσματα και επιβαρύνονται με υπέρογκες προμήθειες.

Η παρατεταμένη δυσκολία στις συναλλαγές με το εξωτερικό λόγω των capital controls, που διανύουν ήδη τον τρίτο μήνα από την ημέρα επιβολής τους, υποχρεώνει πλέον αρκετές επιχειρήσεις να καταφεύγουν στο άνοιγμα λογαριασμών στο εξωτερικό. Η τραπεζική αγορά της Κύπρου, που επανήλθε στην κανονικότητα έπειτα από διετή περίοδο λειτουργίας με περιορισμούς στην κίνηση κεφαλαίων, αποτελεί πλέον ασφαλές καταφύγιο στην προσπάθεια επιβίωσης των ελληνικών επιχειρήσεων και υποδέχεται αιτήματα για άνοιγμα λογαριασμών. Η τάση γενικεύεται στον βαθμό που πρόκειται για επιχειρήσεις που έχουν μια μικρή δραστηριότητα στη χώρα και αξιοποιούν αυτή την παρουσία για να μεταφέρουν το σύνολο των συναλλαγών τους με το εξωτερικό, παρακάμπτοντας το ελληνικό τραπεζικό σύστημα. Στην αναζήτηση εναλλακτικών οδών το ενδιαφέρον στρέφεται επίσης σε περιφερειακές αγορές όπως η Βουλγαρία, που υποδέχεται ανάλογα αιτήματα, ενώ οι μεγάλες επιχειρήσεις που έχουν ήδη δραστηριότητα στις αγορές του σκληρού πυρήνα, όπως η Γερμανία, το Βέλγιο ή η Αυστρία, έχουν μεταφέρει τις συναλλαγές τους.

Προμήθειες

Η αύξηση του κόστους αποτελεί επίσης μια παράπλευρη απώλεια των capital controls. Από την εποχή του internet banking οι επιχειρήσεις και οι τράπεζες επέστρεψαν στη χειροκίνητη πρακτική, όπου μια σειρά από τραπεζικές εργασίες διεκπεραιώνεται πλέον μέσω της παραδοσιακής οδού του trade finance, πολλαπλασιάζοντας το κόστος για καθημερινές συναλλαγές που μέχρι πρόσφατα γίνονταν με το πάτημα ενός κουμπιού.

Είναι χαρακτηριστικό ότι αντί της μικρής προμήθειας της τάξης των 2 ευρώ που πλήρωνε μέχρι σήμερα μια επιχείρηση για να μεταφέρει τα χρήματα στον λογαριασμό ενός προμηθευτή στο εξωτερικό μέσω web banking, τώρα υποχρεώνεται να πληρώσει 20, 50 και 100 ευρώ όταν πρόκειται για ποσά έως 50.000 ευρώ και μπορεί να φτάσει και τα 300 ευρώ για μεγαλύτερα ποσά.

Η μεταφορά όλης της κίνησης των ηλεκτρονικών συναλλαγών στη διαδικασία των εγκρίσεων από τις τραπεζικές επιτροπές έχει μετατρέψει τη δουλειά σε έναν καθημερινό Γολγοθά, όπου οι επιχειρήσεις προσπαθούν να ικανοποιήσουν τους προμηθευτές τους για να μην τους γυρίζουν την πλάτη και οι τράπεζες προσπαθούν να ανταποκριθούν σε αιτήματα που μέχρι σήμερα δεν προϋπέθεταν κανένα έλεγχο και εγκρίσεις. Στις υποεπιτροπές που έχουν συσταθεί στις τράπεζες απασχολούνται δεκάδες υπάλληλοι, επιφορτισμένοι με τον έλεγχο των παραστατικών και την ταξινόμηση των εγγράφων, ώστε να δοθεί η τελική έγκριση από την ίδια την υποεπιτροπή είτε από την επιτελική επιτροπή του υπουργείου Οικονομικών. Η γκρίνια που διατυπώνεται, δεν προέρχεται μόνο από τις επιχειρήσεις, αλλά και από τις τράπεζες, οι οποίες επιχειρηματολογούν ότι το τελικό κόστος είναι πολλαπλάσιο ακόμη και αυτού που χρεώνουν με βάση τους επίσημους εμπορικούς τιμοκαταλόγους. Είναι χαρακτηριστικό ότι, καθώς η τουριστική περίοδος βαίνει προς το τέλος της και οι επιχειρήσεις προετοιμάζονται για το φθινόπωρο, τα αιτήματα πληθαίνουν και μαζί με αυτά αυξάνεται και ο χρόνος για την έγκριση των αιτημάτων, που φτάνει πλέον τις 18 εργάσιμες ημέρες.

Η δουλειά γίνεται ακόμη πιο δύσκολη, καθώς η πλειονότητα των επιχειρήσεων προτιμά να σπάει τα ποσά για τα οποία απαιτείται έγκριση σε μικρότερα, σε μια προσπάθεια να κρατήσει «ζεστούς» τους προμηθευτές του εξωτερικού με μικρές έστω καταβολές χρημάτων. Το σπάσιμο των αιτούμενων ποσών σε 5.000 ή 10.000 ευρώ που επιστρατεύεται από την πλειονότητα των επιχειρήσεων ως κυριότερη πρακτική προκειμένου να εξασφαλίσουν μια ομαλή ροή στις πληρωμές των προμηθευτών του εξωτερικού, οδηγεί και σε εκτίναξη του κόστους με πολλαπλά εμβάσματα και προστίθεται στο κόστος που δημιουργεί ήδη η γραφειοκρατία λόγω των capital controls.

Δυσκολίες

Ενδεικτικό της πολυπλοκότητας των διαδικασιών είναι το γεγονός ότι για μια απλή πληρωμή έως 10.000 ευρώ απαιτείται η προσκόμιση στο κατάστημα τιμολογίων, προτιμολογίων, φορτωτικών κ.λπ., με αποτέλεσμα ο χρόνος για την έγκριση της συναλλαγής να πολλαπλασιάζεται.

Η καθημερινότητα γίνεται ακόμη πιο δύσκολη όταν τα αιτήματα αφορούν ποσά άνω των 10.000 ευρώ, υποχρεώνοντας την τράπεζα να ελέγξει την ιστορικότητα των στοιχείων της επιχείρησης, ώστε να δικαιολογεί το ύψος του αιτούμενου για μεταφορά ποσού. Σύμφωνα με την ΠΝΠ, η τράπεζα θα πρέπει να ελέγξει ότι η αιτούμενη μεταφορά χρηματικών ποσών στο εξωτερικό δεν υπερβαίνει σωρευτικά για τον μήνα και για το σύνολο του τραπεζικού συστήματος της χώρας μας το 120% της μέγιστης μηνιαίας αξίας των εισαγωγών και ενδοκοινοτικών αποκτήσεων του προηγούμενου έτους, ενώ από την πλευρά της η επιχείρηση θα πρέπει εκτός από τα έγγραφα και τις υπεύθυνες δηλώσεις να συμπληρώσει έναν πίνακα που να αποτυπώνει με ακρίβεια το συνολικό ανά μήνα χρηματικό ποσό που μετέφερε στο εξωτερικό τον προηγούμενο χρόνο.

Ακόμη πιο πολύπλοκες είναι οι διαδικασίες για τις νεοσύστατες επιχειρήσεις και δη όταν αιτούνται τη μεταφορά χρημάτων άνω των 10.000 ευρώ. Στην περίπτωση αυτή δεν υπάρχει εκ των πραγμάτων ιστορικότητα στοιχείων και μοιραία τα αιτήματα οδηγούνται στην Επιτροπή Εγκρισης Τραπεζικών Συναλλαγών, που εδρεύει στο υπουργείο Οικονομικών. Στην ίδια επιτροπή οδηγείται και ο έλεγχος των αιτημάτων για ποσά άνω των 150.000 ευρώ, που συνήθως προέρχονται από μεγαλύτερες επιχειρήσεις.

Leave a Reply