Μάχη επιγόνων, γενεών και οικογενειών στη Ν.Δ.

Από το 1974 και την ίδρυσή της, η ιστορία της Νέας Δημοκρατίας γράφτηκε, πάντοτε, κάτω από την επιρροή δύο, κυρίως, παραγόντων: αφενός μεν του καραμανλισμού και από ένα σημείο και μετά του μητσοτακικού στρατοπέδου που συγκροτήθηκε, και αφετέρου, μιας «ιεραρχίας» που διατηρούσε βαρύνοντα λόγο στις εξελίξεις.

Ακόμη και το 2009, όταν άνοιξε το κουτί της άμεσης συμμετοχής των πολιτών στη διαδικασία εκλογής (σ.σ. για Κουτί της Πανδώρας κάνουν πλέον λόγο αρκετοί από τους τότε υποστηρικτές της «ανοικτής διαδικασίας»), αυτό κατέστη δυνατόν μόνον αφού προς την αυτή κατεύθυνση δραστηριοποιήθηκαν ενεργά στελέχη, η παλαιά φρουρά του καραμανλισμού. Οι κ. Π. Μολυβιάτης, Ι. Βαρβιτσιώτης και Αχ. Καραμανλής ήταν αυτοί που έπεισαν τον, μόλις παραιτηθέντα, κ. Κώστα Καραμανλή να αποδεχθεί αλλαγή του καταστατικού, εφόσον σε αυτό συμφωνούσαν όλοι οι τότε διεκδικητές. Το, δε, καραμανλικό στρατόπεδο κινήθηκε ενεργά υπέρ του κ. Αντ. Σαμαρά προκειμένου «το κόμμα να μην περάσει στην οικογένεια Μητσοτάκη».

Ακριβώς έξι χρόνια αργότερα (σ.σ. εφόσον απαιτηθεί δεύτερος γύρος εκλογών στη Ν.Δ. θα πραγματοποιηθεί στις 29 Νοεμβρίου ημέρα που το 2009 ο κ. Σαμαράς είχε επικρατήσει της κ. Ντόρας Μπακογιάννη), οι συνθήκες μοιάζουν πολύ διαφορετικές. Η ισχύς των οικογενειών και των «βαρόνων» (σ.σ. εάν υπάρχουν ακόμη τέτοιοι) μοιάζει περιορισμένη, ενώ τη θέση παλαιών συμμαχιών έλαβε η έντονη καχυποψία. Ενδεικτικό των ανατροπών που έχουν συντελεστεί στο εσωτερικό της Ν.Δ. είναι και το γεγονός ότι, πλην του κ. Κυρ. Μητσοτάκη, ουδείς εξ αυτών που φέρονταν, πριν από μερικούς μήνες, βέβαιοι διεκδικητές δεν είναι υποψήφιος!

Η κoύρσα

Αντιθέτως, η κούρσα θα κριθεί, πλην του κ. Μητσοτάκη, μεταξύ του κ. Ευάγγελου Μεϊμαράκη, που μέχρι το βράδυ της 5ης Ιουλίου εμφανιζόταν αποστασιοποιημένος και με τάσεις αναχωρητισμού, του 42χρονου Αδωνι Γεωργιάδη που μέχρι τον Ιούνιο του 2012 ήταν βουλευτής του -κατά τον Κώστα Καραμανλή «δεν συνεργαζόμαστε με τα άκρα»- ΛΑΟΣ και του 37χρονου περιφερειάρχη κ. Απόστολου Τζιτζικώστα, που όμως δεν μπορεί να εκλεγεί βουλευτής και θα πρέπει, συνεπώς, να ονομάσει αυτόν ή αυτούς που θα αναλάβουν τον ρόλο της αξιωματικής αντιπολίτευσης στη Βουλή. Πρόκειται για μία πρωτόγνωρη κατάσταση για ένα συντηρητικό, σε λογική και δομές, κόμμα όπως η Ν.Δ., άκρως αποκαλυπτική του πολέμου γενεών, οικογενειών και επιγόνων στο εσωτερικό της.

Ο καραμανλισμός, σε αυτή τη συγκυρία, μοιάζει να δίνει μία κρίσιμη μάχη επιβεβαίωσης ότι αποτελεί την κυρίαρχη τάση στο κόμμα. Ο κ. Καραμανλής, σημείο αναφοράς για την πολυπληθή αυτή ομάδα στελεχών, έλαβε εγκαίρως θέση υπέρ του κ. Μεϊμαράκη, έστω κι αν το τελευταίο διάστημα οι συναντήσεις που πραγματοποιεί στο γραφείο της Παναγή Κυριακού είναι επιλεκτικές. Αν και καραμανλικών αναφορών, ο κ. Τζιτζικώστας προχώρησε σε μιας μορφής πολιτική πατροκτονία, επιλέγοντας να αγνοήσει τη θέση Καραμανλή ότι λόγω του προβλήματος εκλογιμότητας που έχει, «το κόμμα δεν πρόκειται να λειτουργήσει». Για τον κ. Καραμανλή ήταν η δεύτερη φορά, μετά το δημοψήφισμα του Ιουλίου, που έλαβε (σχεδόν) δημόσια θέση, Και οι αντιδράσεις που υπήρξαν, του προκάλεσαν έκπληξη. Ως αποτέλεσμα συνομιλητές του σχολίαζαν πως «δεν είναι δυνατόν ο Καραμανλής να επικρίνεται και όταν δεν μιλάει και όταν μιλάει».

Ο περιφερειάρχης, ωστόσο, προχώρησε, επιχειρώντας να ανέβει στο κύμα του αιτήματος για ανανέωση και αμφισβητώντας τη γαλάζια ηλικιακή πυραμίδα και ιεραρχία. Το επιχείρημα περί νεότητας μοιάζει ισχυρό, ωστόσο την ίδια στιγμή είναι σαφές ότι πίσω από την υποψηφιότητα του κ. Τζιτζικώστα, στοιχίζονται και δυνάμεις με, επίσης, πολύ μακρά ιστορία στην κεντροδεξιά. Παρά την επίσημη σιωπή, είναι σαφές για τους περισσότερους στο εσωτερικό της Ν.Δ. ότι το στρατόπεδο του κ. Αντώνη Σαμαρά στηρίζει τον περιφερειάρχη ενώ, δευτερευόντως, δίνει «ανάσες» στην υποψηφιότητα Γεωργιάδη, ως βραχίονας παρέμβασης στις μελλοντικές κομματικές εξελίξεις. Οι βουλευτές που έχουν ήδη εμφανιστεί υπέρ του κ. Τζιτζικώστα και άλλοι που έπονται (σ.σ. αν και αρχικώς κινήθηκαν υπέρ μιας υποψηφιότητας Κικίλια που πάντως δεν ευδοκίμησε) θεωρούνται «παιδιά» του Μεσσήνιου πολιτικού. Στον πυρήνα της επιλογής μοιάζει να βρίσκεται η αμφισβήτηση του «ιδιοκτησιακού» καθεστώτος του κόμματος ή, όπως με επιτυχία είχε περιγράψει στενός συνεργάτης του τέως προέδρου, η επιβεβαίωση ότι «τα κόμματα δεν έχουν Ε9». Ακόμη όμως κι αν στόχος του κ. Σαμαρά δεν είναι η ενίσχυση του ρόλου του, διά της έμπρακτης αποδυνάμωσης των άλλων, είναι σαφές ότι μεταξύ των υποψηφίων αυτόν που, επ’ ουδενί, δεν θα στήριζε είναι ο κ. Μεϊμαράκης.

Και εδώ προκύπτει η ευθεία σύγκρουση των δύο πλευρών. Ο κ. Μεϊμαράκης αποτελεί την προφανή επιλογή των καραμανλικών, καθώς θεωρείται ως ο ιδανικός για να διασφαλίσει την ενότητα και την πορεία του κόμματος, μέχρι νεωτέρας. Και, πάντως, συνιστά μία επιλογή που δεν οδηγεί στη σύνταξη τουλάχιστον δύο γενιές πολιτικών.

Το γαλάζιο παίγνιο για την ηγεσία της Ν.Δ. δεν αφορά, συνεπώς, μόνον το πρόσωπο που θα ηγηθεί ή στο ποιο στρατόπεδο θα έχει κυρίαρχο ρόλο αλλά και στην ίδια τη σύνθεση του πολιτικού προσωπικού της Ν.Δ.

Με αυτά τα δεδομένα, πίσω από τους υποψηφίους στρατεύονται, όπως σε όλες τις μάχες ηγεσίας, αρκετοί στρατηγοί και πολλοί περισσότεροι πεζικάριοι. Η συγκεκριμένη, ωστόσο, μάχη -με όπλο την «ανοικτή» διαδικασία εκλογής- αφορά πολλά περισσότερα. Με κύριο την ίδια την ενότητα της Ν.Δ.

Πολιτική εκστρατεία με ιδιαιτερότητες

Πρόβλημα  προσανατολισμού μοιάζει να χαρακτηρίζει και το έτερο ισχυρό στρατόπεδο της Ν.Δ., την οικογένεια Μητσοτάκη. Ο κ. Κυριάκος Μητσοτάκης υπήρξε ο πρώτος που δήλωσε «παρών» στην κούρσα, πραγματοποιεί μέχρι σήμερα την πιο «πολιτική» προεκλογική εκστρατεία, πλην όμως δεν είναι λίγοι όσοι αμφιβάλλουν για τη δυναμική που θα αναπτύξει. Παρά τον μηχανισμό που υπάρχει και τους θυλάκους που συγκρότησε ανά την Ελλάδα, ο κ. Μητσοτάκης καλείται να διαχειριστεί και την εμφανή αποστασιοποίηση της κ. Ντόρας Μπακογιάννη από την υποψηφιότητά του. Και αυτό, σε πείσμα, της σαφούς βούλησης του πολιτικού και φυσικού πατέρα της οικογένειας, Κωνσταντίνου.

Πρόκειται και εδώ για μία μάχη γενεών και, μάλιστα, πολλαπλή. Ενδεχόμενη εκλογή του κ. Μητσοτάκη θα αναγκάσει, για προφανείς λόγους, σε ρόλο ήσσονος σημασίας την κ. Μπακογιάννη, κάτι που δεν ισχύει, ενδεικτικά, σε περίπτωση εκλογής του κ. Μεϊμαράκη. Κυρίως, όμως, μοιάζει να δημιουργεί προσκόμματα, αν όχι να κλείνει οριστικά τον δρόμο, για μία ενδεχόμενη κίνηση του κ. Κώστα Μπακογιάννη, σήμερα περιφερειάρχη Στερεάς Ελλάδας. Διότι, αν το 2009 σημαντικό μέρος των ψήφων προς τον κ. Σαμαρά είχε ως στόχο τη μη εκλογή της κ. Μπακογιάννη, το ίδιο μπορεί, με βεβαιότητα, να ισχύσει και στο μέλλον, ειδικά δε εάν έχει θητεύσει και ένα ακόμη μέλος της ίδιας οικογένειας στην ηγεσία της Ν.Δ.

Leave a Reply