Γιώργος Ρόρρης: Η ιερότητα της γυμνότητας

 «Ζωγραφίζω 25-30 χρόνια και παλαιότερα δεν θα μπορούσα να σας πω τι με συγκινεί. Για να είμαι, όμως, ειλικρινής, ό,τι έχω ζωγραφίσει δείχνει πως με συγκινούν οι άνθρωποι μέσα στο σπίτι, σε ένα περιβάλλον σχεδόν άδειο» εξομολογείται ο δημιουργός.
«Μπλε Αλεξάνδρα» (2005-2006)
«Γιάννα» (2004-2005)
«Κεφαλή χοίρου» (1987)
«Πορτρέτο της Τατιάνας Αβέρωφ» (2002)
«Καινούργιο σπίτι στην επαρχία» (1995)
«Η Χριστίνα με πορτοκαλιά φούστα» (2009-2010)
«Σπουδή πορτρέτου» (1998-2000)
 

 

Η μονοκατοικία έμοιαζε εντελώς εγκαταλελειμμένη. Χρειάστηκε να κάνω δύο φορές τον γύρο του σπιτιού για να βεβαιωθώ ότι είχα έρθει στο σωστό μέρος. Οταν ξεπρόβαλε ο Γιώργος Ρόρρης στην πόρτα για να με υποδεχθεί με τα γυαλιά και τα ελαφρώς ανακατεμένα μαλλιά του ήταν σαν να είχε ξεμυτίσει από τα έγκατα ενός άλλου κόσμου, από το δαιδαλώδες εργαστήριο ενός μελετηρού επιστήμονα. Μόλις μπήκα μέσα η μυρωδιά  από το νέφτι με χτύπησε στο πρόσωπο. Καθώς έπαιρνα τη θέση μου για να τακτοποιήσω τα χαρτιά και το μαγνητοφωνάκι στο μικρό τραπέζι, κοίταξα τριγύρω τους τοίχους του ατελιέ. Ηταν γεμάτοι πιτσιλιές από χρώματα, σαν να ήταν τα σημάδια από μάχες που ο Γιώργος Ρόρρης έχει δώσει με τους πίνακες που δημιούργησε στα περίπου 20 χρόνια παρουσίας του στο ατελιέ. «Εκρηξη δημιουργικότητας» θα την έλεγα, αλλά εμένα η προσοχή μου είχε εστιαστεί αλλού, επηρεασμένη ίσως από τα τόσο ανθρώπινα γυμνά του της Συλλογής Σωτήρη Φέλιου που θα εκτεθούν στη «Φωκίωνος Νέγρη 16», την αφορμή δηλαδή για τη συνάντησή μας. Τα μάτια μου είχαν πέσει επάνω σε μια καρτ ποστάλ «καδραρισμένη» στα οπίσθια μιας γυναίκας η οποία, όπως κοντοστεκόταν στο ένα πόδι, ενέτεινε την παρουσία της αδυσώπητης κυτταρίτιδας στον αφράτο πισινό της, εικόνα σπάνια, αν όχι ανύπαρκτη, στον αψεγάδιαστο κόσμο της ομορφιάς που βλέπω να προβάλλεται καθημερινά γύρω μου. «Τι σπουδαίο έργο!» συμφώνησε μαζί μου ο 52χρονος Γιώργος Ρόρρης: «Πρόκειται για πίνακα του Φελίξ Βαλοτόν και είναι ένα αριστούργημα. Είναι σαν γλυπτική...».


Οι γονείς σας είχαν ταβέρνα. Ηταν δύσκολο να βρείτε τον δρόμο που ακολουθήσατε;
«Στο σχολείο που πήγα στο Γεράκι Λακωνίας πήρα επαρκή μόρφωση, ενώ με τις σπουδές μου οξύνθηκε η περιέργειά μου. Εκ των υστέρων, όμως, σκέφτηκα ότι στην ταβέρνα βλέπει κανείς πάρα πολλές εικόνες και μετατροπίες πραγμάτων. Η μάνα μου και ο πατέρας μου έπιαναν πρωτογενή υλικά τα οποία έρχονταν σε αφθονία και τα μετέτρεπαν σε φαγιά για τα οποία έγλειφες τα δάχτυλά σου. Εβαζαν μέσα τον καημό τους. Και στη ζωγραφική τον καημό σου βάζεις. Για να γίνει ο πίνακας, το χρώμα πρέπει να πεθάνει, γιατί δουλειά της ζωγραφικής είναι να καταργήσει την κοινότοπη και πρωταρχική ιδιότητα των αντικειμένων. Αντίστοιχα, στην ταβέρνα οι πρώτες ύλες πέθαιναν, αλλοιώνονταν, μαγειρεύονταν, μετατρέπονταν σε κάτι άλλο. Χώρια οι εικόνες, γιατί ταβέρνα συνεπάγεται και σφαγείο. Εχω ζωγραφίσει τρία σφαγεία και δεν με φρικάρει η εικόνα, στο ίδιο το σφαγείο δεν θέλω να πάω».

Εσάς, λοιπόν, σας συγκινούν οι άνθρωποι... «Ναι, θέλω να ζωγραφίζω πρόσωπα. Πιστεύω ότι αν αναζητήσει κανείς ένα ψήγμα πολιτικής στάσης απέναντι σε αυτά που φτιάχνω είναι ότι ζωγραφίζοντας ένα συγκεκριμένο πρόσωπο μνημειώνεται το πρόσωπο του ανθρώπου. Βλέπουμε τους αναγεννησιακούς πίνακες και σχεδόν μπορούμε να φανταστούμε τη Ρώμη μέσα από τα άπειρα πορτρέτα που μας κατέλειπε η περίοδος αυτή. Ζωγραφίζοντας, λοιπόν, το πρόσωπο, ζωγραφίζεις μια εποχή, μια τάξη ανθρώπων και ανασύρεις από την ανωνυμία έναν άνθρωπο, έναν χρήστη, πελάτη, μέλος εκλογικού σώματος, όπως αποκαλούμαστε όλοι καθημερινά».

Ανταποκρίνεται αυτή η εικόνα στην αλήθεια; Αναζητάει ο ζωγράφος τη μούσα; «Οχι, εγώ δεν έχω να κάνω με αυτή την εικόνα. Εμένα με ενδιαφέρει να ζωγραφίσω το πορτρέτο της Ελληνίδας, τη γυναίκα του καιρού μου, το πώς καταγράφονται τα ίχνη της Ιστορίας επάνω στο σώμα της. Τι εννοώ; Το piercing, για παράδειγμα. Πιστεύω ότι, αν ήμασταν εδώ το '50, θα ήμασταν τελείως διαφορετικοί και εγώ ως άνδρας και εσείς ως γυναίκα. Θα καταλαμβάναμε τον χώρο με έναν διαφορετικό τρόπο, ακόμη και η φωνή μας θα ήταν διαφορετική. Θυμάμαι μια συνέντευξη της Κοτοπούλη που είχα ακούσει στο ραδιόφωνο, ο τρόπος με τον οποίο μιλούσαν τόσο εκείνη όσο και ο δημοσιογράφος που υπέβαλλε τις ερωτήσεις ήταν πολύ διαφορετικός. Ηταν στομφώδης, ερχόταν από μακριά. Μου φαίνεται σχεδόν παράλογο να στήσω μια κοπέλα σήμερα όπως έστηνε ο Μόραλης τα γυμνά του. Γιατί η κοπέλα που θα ζωγραφίσω σήμερα δεν έχει την ίδια αύρα, την ίδια έκφραση. Το μαγιό της αφήνει διαφορετικά ίχνη στο σώμα της. Θα μου πεις, τότε τι είναι η ζωγραφική; Ανθρωπολογία; Πιθανόν. Αλλά δεν είναι μόνο αυτό».

Τι την απελευθερώνει από την ντροπή; «Συνειδητοποιεί, καθώς προστατεύεται από την ακινησία της, ότι είναι ντυμένη με την αθωότητα της γυμνότητάς της. Ξέρετε, μου έλεγε μια κοπέλα: "Να έρθω να ποζάρω, αλλά να φοράω κάτι, έστω το εσώρουχό μου". Δεν καταλάβαινε ότι αυτό ήταν ό,τι χειρότερο. Σε κάθε κρύψιμο, σε κάθε αποσιώπηση, σε κάθε απαγόρευση εμφωλεύει η οποιαδήποτε σεξουαλική φαντασίωση. Επειτα, η γυμνότητα του ανθρώπου για τα μάτια του ζωγράφου πρέπει να επέχει μια θέση αποκαλύψεως. Σε μια εποχή στην οποία η μορφή του γυμνού ανθρώπου έχει τόσο πολύ εμπορευματοποιηθεί και χυδαιοποιηθεί, τι απομένει; Μόνο η ζωγραφική. Η ζωγραφική στην οποία θα αναζητήσει κανείς ιερές εικόνες της γυμνότητας. Πολλές φορές την εικόνα του γυμνού ανθρώπου ο δυτικός τη χρησιμοποίησε για την απεικόνιση του Θεού. Σε μεγάλες εικόνες της ζωγραφικής, στη Σταύρωση, την Αποκαθήλωση, αλλά και πιο παλαιά στον Παρθενώνα και την Ολυμπία, γυμνά ήταν τα σώματα».

Εσείς με ποιον τρόπο το αποπειράστε; «Κοιτάξτε, ένας ζωγράφος που κάνει γυμνό ζωγραφίζει πάρα πολλά πράγματα. Ζωγραφίζει τα φυσικά φαινόμενα, αλλά και τα ψυχικά συνεπακόλουθα αυτών. Θα ζωγραφίσεις μέλη, μηρούς, οστά, τη γύμναση ή όχι του ανθρώπου, την ταλαιπωρία του σώματός του, αλλά και την κούραση, τη βαρύτητα και τη λανθάνουσα ερωτική έκφανση. Τις θηλές του στήθους, τους μαστούς, την ποιότητα του δέρματος, τον ιδρώτα, τη λιπαρότητα, όλα αυτά αποτελούν τμήματα του είναι του ανθρώπου. Αυτά δεν είναι ζητήματα απλώς καλού σχεδίου. Πρέπει να τα αγαπάς καθεαυτά, να μην απορρίπτεις τίποτε εξ αυτών, αλλά πάνω απ' όλα να τα αισθάνεσαι. Να γεννηθούν μέσα σου ώστε από μέσα σου να εξωτερικευτούν στον πίνακα. Πολλοί πιστεύουν ότι ένας που ζωγραφίζει εκ του φυσικού κάνει μια απλή δουλειά. Παίρνει τα πράγματα από εδώ και τα μεταφέρει εκεί. Ουδέν ψευδέστερο».

Πώς γίνεται αυτό το «ολικό ορατό» κάτι παραπάνω από την καταγραφή της πραγματικότητας; «Η ζωγραφική που αγαπώ πολύ, αυτή που λέμε "η μεγάλη ζωγραφική", δεν έχει να κάνει τόσο με τα πράγματα, αλλά πιο πολύ με την αύρα τους. Με το τι συμβαίνει στα όριά τους, και δεν μιλάω για περιγράμματα. Εχει να κάνει με μικρά διαστήματα εντός των οποίων γίνεται ένα είδος διαπραγμάτευσης μεταξύ των πραγμάτων, όπως για παράδειγμα ανάμεσα σε ένα πρόσωπο και τη σκιά του. Ολοι οι μεγάλοι ζωγράφοι, ο Καραβάτζιο, ο Βελάσκεθ, έχουν καταλήξει ο καθένας σε εντελώς διαφορετικές λύσεις για αυτό το πράγμα που έχει να κάνει με κάτι που εγώ προσωπικώς πιστεύω ότι δεν το είδαν, αλλά το επινόησαν. Πιθανόν επειδή στοχάστηκαν βαθιά πάνω στη δική τους ανθρώπινη, περιορισμένη γνώση και παραχώρησαν χώρο στην άγνοιά τους. Είπαν "Εδώ υπάρχει κάτι που δεν μπορώ να διακρίνω". Δεν είναι καταγραφή της πραγματικότητας, είναι φιλοσοφική στάση η οποία παραχωρεί χώρο στην άγνοια και το άγνωστο».

Τελικά, όμως, οι πίνακές σας αναδύουν έναν έντονο ερωτισμό, ο οποίος ίσως τελικά έχει τόση ένταση επειδή απ' όσα λέτε καταλαβαίνω ότι δεν είναι ο απώτερος στόχος σας. «Ο ερωτισμός δημιουργεί πολυπλοκότητα με την έννοια ότι μια εικόνα είναι πολύπλοκη όταν στέκεται επί ξυρού ακμής, όταν είναι υπαινικτική. Πιθανόν αυτό, πιθανόν εκείνο. Ενας απίθανος, πολυπλοκότατος υπαινιγμός είναι η μορφή της Μόνα Λίζα, ένα βαθέως ερωτικό έργο. Η ζωγραφική που εγώ αγαπώ είναι αυτή που δεν δίνει σαφείς απαντήσεις. Θέτει αφορμές για ερωτήματα και εικασίες. Ποια κατάσταση ανθρώπινη μπορεί να τις εγκολπωθεί; Η ερωτική κατάσταση. Οταν υπάρχει διερώτηση του ενός απέναντι στον άλλο: μου είπε αυτό, μου είπε εκείνο, γιατί δεν πήρε σήμερα, πώς να το πάρω αυτό;».

«Η κρυμμένη εικόνα»: Φωκίωνος Νέγρη 16, Κυψέλη, από 3 Φεβρουαρίου έως 27 Μαρτίου. Επιμέλεια: Ελισάβετ Πλέσσα.

* Οι πίνακες που παρουσιάζονται στην έκθεση χρονολογούνται από το 1990 μέχρι σήμερα και αποτελούν ένα αντιπροσωπευτικό δείγμα του έργου του.

* Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 31 Ιανουαρίου 2016

Leave a Reply