Αποψη: Η Ελλάδα έτυχε πολύ κακής μεταχείρισης | ΠΟΛΙΤΙΚΗ | Η …

H οικονομική λογική είναι σε μεγάλο βαθμό με το μέρος της Ελλάδας στην αντιπαράθεσή της με τους πιστωτές της. Η χώρα χρειάζεται απομείωση του χρέους της και λιγότερη λιτότητα. Χρειάζεται επίσης μεταρρυθμίσεις που θα είναι καλύτερα στοχευμένες ώστε να άρουν τους περιορισμούς που αντιμετωπίζουν διεθνώς εμπορεύσιμοι κλάδοι, αντί της προσέγγισης της προώθησης κάθε είδους διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων αδιακρίτως, την οποία έχει η υιοθετήσει η Ευρωζώνη και το ΔΝΤ.

Ωστόσο η έκφραση των δημοκρατικών δικαιωμάτων των Ελλήνων βρίσκεται αντιμέτωπη με τις δημοκρατικές επιταγές των υπόλοιπων κρατών-μελών της Ευρωζώνης, που δεν βλέπουν με ιδιαίτερη συμπάθεια τις ελληνικές θέσεις. Η Αγκελα Μέρκελ, και οι ηγέτες χωρών από τη Φινλανδία ώς τη Λεττονία, θέλουν η Ελλάδα να συμμορφωθεί με τους κανόνες γιατί αυτό θέλουν οι ψηφοφόροι τους.

Μαζί με πολλούς άλλους οικονομολόγους, θεωρώ ότι η Ελλάδα έτυχε πολύ κακής μεταχείρισης. Αυτό, ωστόσο, δεν αποτελεί ιδιαίτερη παρηγοριά. Πρέπει να αντιμετωπίσουμε την πραγματικότητα ως έχει. Είναι πλέον σαφές ότι η συμφωνία με τους πιστωτές δεν θα αμβλύνει τη λιτότητα που έχει πνίξει την οικονομία. Η υψηλή ανεργία θα συνεχιστεί για αρκετό καιρό ακόμα.

Αν, ωστόσο, δεν υπάρξει συμφωνία, οι ελληνικές τράπεζες δεν θα μπορέσουν να ανοίξουν ξανά. Η ελληνική κυβέρνηση δεν θα έχει καμία επιλογή παρά να εισάγει ένα νέο εθνικό νόμισμα. Οι περιορισμοί στην αγορά συναλλάγματος και στην κίνηση κεφαλαίων θα παραμείνουν εν ισχύι για μήνες. Καθώς οι τράπεζες θα ανακεφαλαιοποιούνται και τα συμβόλαια θα δραχμοποιούνται, η αβεβαιότητα θα παραμένει στα ύψη. Ακόμα και στις καλύτερες των συνθηκών, με άλλα λόγια, η οικονομία θα συνεχίσει να συρρικνώνεται βραχυπρόθεσμα. Το πλεονέκτημα του Grexit είναι ότι η συγκριτική τιμή στην οποία οι ελληνικές επιχειρήσεις θα πωλούν τα προϊόντα και τις υπηρεσίες τους μπορεί να μειωθεί δραστικά, βελτιώνοντας την ανταγωνιστικότητα της χώρας. Αυτό μπορεί να συμβάλει στην αναζωογόνηση της οικονομίας. Αλλά για να υλοποιηθούν αυτά τα οφέλη, οι Ελληνες εξαγωγείς χρειάζονται επίσης πρόσβαση σε χρηματοδότηση και διαβεβαιώσεις ότι τα κόστη τους δεν θα αυξηθούν. Συνεπώς η κυβέρνηση θα πρέπει να μην κάνει υπερβολική χρήση της δημοσιονομικής ευελιξίας που θα αποκτήσει. Διαφορετικά, τον αποπληθωρισμό του ευρώ θα τον διαδεχθεί ο πληθωρισμός της δραχμής. Επιπλέον, πέραν της υποτίμησης, η τόνωση των εξαγωγών θα απαιτήσει πολλά περαιτέρω μέτρα. Οι περισσότεροι Ελληνες δεν θέλουν να φύγουν από το ευρώ. Ούτε όμως θέλουν να δεχθούν τους όρους των «θεσμών», όπως δείχνει το ηχηρό «Οχι» του δημοψηφίσματος. Πρόκειται για ένα δίλημμα από το οποίο δεν μοιάζει αυτή τη στιγμή να υπάρχει διέξοδος. Είτε η μία είτε η άλλη επιθυμία, θα πρέπει να εγκαταλειφθεί.

* Καθηγητής Οικονομικών, Harvard.

Leave a Reply