«Ποτέ δεν είχα τις καλύτερες σχέσεις με το σύστημα. Από εκεί και πέρα, αν θέλουν να με πολεμήσουν, να ξέρουν ένα πράγμα: στην αρένα της μάχης είμαι καλύτερος» λέει ο Θεόδωρος Γιάνναρος, κοιτώντας για άλλη μια φορά το πιάτο μπροστά του που επί μία ώρα έχει αφήσει άθικτο. «Μην ανησυχείτε, τρώω, τρώω!» λέει στη σερβιτόρα που τον ξαναρωτά με το βλέμμα της εάν κάτι δεν του αρέσει.
Η αλήθεια είναι ότι η όποια όρεξη, μαζί με τη στωική διάθεση που είχε όταν συναντηθήκαμε σχετικά με την αποπομπή του από διοικητής του «Ελπίς», έχουν πάει περίπατο. «Βγαίνει ο υπουργός και επαίρεται ότι μας έδιωξε και μάλιστα χωρίς αποζημίωση. Αν είναι να σώσει έτσι την Ελλάδα, να βγάλω τα 500 ευρώ που έχω στην τράπεζα να του τα δώσω. Αλλά εγώ την αποζημίωση θα τη διεκδικήσω. Και όταν πάρω αυτά τα χρήματα θα τα δώσω πάλι στο “Ελπίς”. Οπως έκανα και όταν η γυναίκα μου ανακάλυψε ότι πληρωνόμουν 600 ευρώ τον μήνα λιγότερα επί τρία χρόνια από λάθος στη μισθοδοσία. Αγόρασα κάποια πράγματα και τα πήγα στο νοσοκομείο. Και να στο πω ευθέως: στη μνήμη του γιου μου. Δεν με ενδιαφέρουν τα χρήματα, αλλά κανένας υπουργός δεν έχει δικαίωμα να με προσβάλει με τέτοιον τρόπο».
Με τα θολά στάνταρ της αξιολόγησης που του έδειξε την πόρτα (του ίδιου και άλλων 58 διοικητών του ΕΣΥ), ο Θ. Γιάνναρος υπήρξε ένας αποτυχημένος διοικητής. Με τα στάνταρ των γιατρών, των νοσηλευτών, των υπαλλήλων και κυρίως των ασθενών, υπήρξε εκείνος που ανέστησε το νοσοκομείο σε περίοδο κρίσης, έφτιαξε νέες μονάδες, γέμισε τις αποθήκες φάρμακα και αναλώσιμα και περιέθαλπε ανασφάλιστους, εφευρίσκοντας λύσεις εκεί που άλλοι θα σήκωναν τα χέρια ψηλά. «Αντί να βασιζόμαστε στο κρατικό τιμολόγιο που δίνει τις τιμές των φαρμάκων, πηγαίναμε σε απευθείας διαπραγματεύσεις με τις εταιρείες και παίρναμε εκπτώσεις μέχρι και 90%. Δεν μας έλειψε ποτέ τίποτα. Ανθρωποι ανασφάλιστοι χωρίς φάρμακα, έρχονταν σε μας και τους τα βρίσκαμε». Η τακτική του να μην κλείνει την πόρτα σε κανέναν τον είχε μετατρέψει σε «κόκκινο πανί» για όλες τις κυβερνήσεις.
«Πολεμήθηκα από όλες τις κυβερνήσεις γιατί είμαι ανυπάκουο άτομο. Δεν υπήρχε περίπτωση να δεχθώ καμία ντιρεκτίβα της τρόικας ή οποιουδήποτε υπουργού που θα ήταν αντίθετη με το νοσοκομείο και την προστασία της υγείας των πολιτών. Οπως αυτό που ξεκίνησε από το ’11, ότι όποιος δεν έχει ασφάλιση δεν θα έχει περίθαλψη. Θέλω να μου εξηγήσει κάποιος από πότε είναι παράνομο να σώζεις μια ζωή και νόμιμο να την αφήσεις να πάει κατά διαβόλου. Εγώ έκανα αυτό που έλεγε η καρδιά μου και με οδηγούσε η λογική μου». Θυμάται ένα περιστατικό. «Μια φορά με πήρε τηλέφωνο γιατρός και μου είπε ότι μια γυναίκα κινδύνευε, χρειαζόταν άμεσα χημειοθεραπεία, έξι φιαλίδια από μια συγκεκριμένη ουσία και δεν μπορούσε να τα βρει πουθενά, ούσα ανασφάλιστη. Πήρα τη μηχανή μου για να πάω σε μια φίλη μου που είχε τέσσερα φιαλίδια. Στον δρόμο με πιάνει καταρρακτώδης βροχή, να μη βλέπω τίποτα. Εφυγα από τη γέφυρα και έπεσα. Το φάρμακο το έφερα όμως».
Ο ρόλος των νοσοκομείων
Το «Ελπίς» συνεργάστηκε στενά με τα κοινωνικά ιατρεία, αλλά και τους συλλόγους καρκινοπαθών που του προμήθευαν περισσευούμενα φάρμακα ανθρώπων που κατέληγαν. Συχνά τα αγόραζαν οι ίδιοι οι γιατροί του «Ελπίς» και ο διοικητής από την τσέπη τους. «Οι ανθρώπινες ζωές δεν είναι αριθμοί. Ακόμα και 100 μέρες να ζήσεις παραπάνω, είναι μια ολόκληρη ζωή. Μας είχε έρθει ένα παιδάκι 14 χρόνων, κίτρινο σαν το λεμόνι αφού ο καρκίνος είχε πειράξει και το συκώτι. Από τα άλλα νοσοκομεία είχε σταλεί σπίτι, δεν μπορούσαν να κάνουν τίποτα. Σας πληροφορώ ότι έζησε μαζί μας 2,5 χρόνια. Κατέληξε, αλλά μας είπε ότι του δώσαμε τη δυνατότητα να πεθάνει με αξιοπρέπεια. Αυτός είναι για μένα ο ρόλος των νοσοκομείων. Δεν είμαστε εκεί για να καταπολεμούμε τη γρίπη, αλλά να δίνουμε λύσεις σε βαριά προβλήματα».
Για να εξασφαλιστούν οι πόροι, χρειάστηκε να συγκρουστεί με το κατεστημένο. «Χαλάσαμε την πιάτσα. Απαγόρευσα, για παράδειγμα, τη χρήση λαπαροσκοπικών εργαλείων μιας χρήσης. Δεν είναι δυνατόν μια κλινική να έχει κόστος λαπαροσκόπησης από πλευράς υλικών 30 ευρώ επειδή χρησιμοποιεί εργαλεία πολλαπλών χρήσεων και εμείς 1.000 ευρώ επειδή παίρναμε μιας χρήσης. Υπήρχε πολύ μεγάλη μίζα από τα μιας χρήσης. Αυτό δεν άρεσε σε πολλούς αλλά μου ήταν αδιάφορο». Ο κ. Γιάνναρος ήταν από τους λίγους που υπεραμύνθηκαν τη χρήση γενοσήμων. «Ξέρετε τι δυσφήμηση έφαγαν τα γενόσημα; Ενα γενόσημο όμως που κοστίζει πολύ λιγότερα, δίνει και πολύ λιγότερα κέρδη σε κάποιους».
Οι παράλογοι συνδικαλιστές και το «όχι» στα ρουσφέτια
Το «Ελπίς» κατείχε επί των ημερών τού Θ. Γιάνναρου και «αρνητικό» ρεκόρ απεργιών. «Ουδείς έλειπε ποτέ από την εργασία του. Απεργία έκαναν μόνο κάποιοι συνδικαλιστές της πλάκας που αγαπούν το χάος. Αν τους δώσεις σωστούς κανόνες, αν δεν υπάρχουν προβλήματα, δεν μπορούν να λειτουργήσουν. Ερχονταν και μου έλεγαν ότι χρειαζόμαστε χρήματα για το νοσοκομείο, να πάω να κάνω τροποποίηση του προϋπολογισμού στο υπουργείο, έτρεχα, το έκανα και οι μόνοι που τελικά δεν υπέγραφαν ήταν αυτοί οι συνδικαλιστές που φώναζαν. Ελεγαν ότι είναι πολύ λίγα. Απαντούσα ότι χωρίς έστω αυτά, θα κλείναμε αύριο, αλλά τίποτα. Μια φορά χτυπήθηκε ένας γιατρός από κάποιους Αλβανούς ασθενείς. Τότε δεν είχαμε σεκιούριτι. Ερχεται μία συνδικαλίστρια και μου λέει ότι θα απέχουν όλοι για ένα μήνα από την εργασία τους αν δεν έχουμε σεκιούριτι. Επί τόπου υπέγραψα για να έρθει μια εταιρεία σεκιούριτι για ένα μήνα μέχρι να δούμε τι θα κάνουμε. Πάω την απόφαση στο Δ.Σ., η μόνη που δεν υπέγραψε ήταν εκείνη γιατί λέει ήταν αντίθετη με την “ενοικιαζόμενη εργασία”. Αυτά συναντούσα μόνιμα».
Κατά κύριο λόγο, πάντως, το προσωπικό συμμεριζόταν τις αγωνίες του και ήταν στο πλευρό του. «Γιατί έβλεπαν ότι προσπαθούσα όσο τίποτα άλλο. Εφτασα στο σημείο να μην πηγαίνω σπίτι μου. Στις γενικές εφημερίες ήμουν πάντα εκεί και τη νύχτα. Αυτή είναι η φιλοσοφία μου. Η φιλοσοφία του μάνατζερ: οι άνθρωποι δεν θα κάνουν αυτό που τους λες να κάνουν αλλά αυτό που κάνεις εσύ. Ετσι στην αρχή κάθονταν μαζί μου να μου κάνουν παρέα και αργότερα έμεναν συνειδητά. Φτάσαμε στο σημείο να δεχόμαστε ασθενείς και εκτός εφημερίας. Ακόμα και αν δεν ήταν on call οι γιατροί, όταν τους ζήταγα να έρθουν, έρχονταν πάντα.
Πάντα βοηθούσαν αγόγγυστα. Είμαι πάρα πολύ περήφανος γι’ αυτό, παρόλο που είναι γελοία τα ποσά που πληρώνονται. Τα μισά από ό,τι μια απλή γραμματέας στην Ελβετία».
Τα πρώτα χρόνια ήρθε αντιμέτωπος και με το πρόβλημα των ρουσφετιών. «Ερχονταν υπουργοί και μου έπαιρναν προσωπικό για να αποσπαστούν στα χωριά τους, τα ρουσφέτια τα γνωστά. Ομως οι υπουργοί δεν είναι εκεί για να εξυπηρετούν τους ψηφοφόρους τους, αλλά για να βοηθάνε το σύστημα. Ετσι κάποια στιγμή είπα κάντε ό,τι θέλετε, εγώ δεν δίνω φύλλο πορείας. Κι έμεναν σε μένα.
Στο “Ελπίς” είχε κάνει αίτηση η νοσηλεύτρια και με το που ερχόταν έκανε κατευθείαν αίτηση να πάει σπίτι της». «Το συγκεκριμένο σύμπτωμα απαντιέται πολύ συχνά σε διάφορες υπηρεσίες» παρατηρούμε. «Οχι με μένα» λέει κάθετα.
Μπορούν να κόψουν από παντού, αλλά όχι από την Υγεία
Κάθε φορά που αποφασίζει να πιάσει το πιρούνι, το αφήνει και ανάβει στη θέση του τσιγάρο. «Αν και δεν πρέπει να καπνίζω» λέει. «Εντολές γιατρών». Το 2012 είχε υποστεί οξύ έμφραγμα του μυοκαρδίου -πού αλλού;- μέσα στο νοσοκομείο. Αποδόθηκε στο άγχος.
Ακόμα τότε δεν λειτουργούσε το αιμοδυναμικό εργαστήριο και οι γιατροί αναγκάστηκαν να τον μεταφέρουν σε άλλο νοσοκομείο. Σήμερα, το «Ελπίς» έχει νέο αιμοδυναμικό. «Με πάρα πολύ λίγα χρήματα. Ποτέ δεν μας βοήθησαν. Από τα 2,5-3 εκατομμύρια που μοιράστηκαν πριν από δύο χρόνια για τους ανασφάλιστους, εμείς πήραμε 5.000 ευρώ. Ηταν κοροϊδία. Οταν καταθέσαμε τα στοιχεία για τις ανάγκες σε προσωπικό, τους στείλαμε τα πραγματικά, κάποιοι δώσανε τα διπλάσια. Ενα νοσοκομείο με 450 κρεβάτια, έδωσε 24.000 ανθρωποημέρες νοσηλείας, που για να συμβεί αυτό έπρεπε να είχε 780 κρεβάτια με 100% κάλυψη. Αλλά εμείς, ένα τεράστιο νοσοκομείο σε 20 στρέμματα και πέντε κτίρια, πήραμε οκτώ σεκιούριτι, ελάχιστες καθαρίστριες και τέσσερις τραπεζοκόμους, και εκείνοι πήραν ό,τι ζήτησαν. Οταν λες την αλήθεια, την πατάς».
Ο Θ. Γιάνναρος ποτέ δεν μάσαγε τα λόγια του, γι’ αυτό και υπήρξε αγαπημένος των ΜΜΕ εντός και εκτός των συνόρων. «Ελεγα την άποψή μου πάντα. Καυτηρίαζα. Και επί ΠΑΣΟΚ και επί Νέας Δημοκρατίας και επί συγκυβέρνησης και επί ΣΥΡΙΖΑ. Δεν έκανα αντιπολίτευση, απλά έλεγα την άποψή μου. Και παρόλο που στην αρχή αυτό ενοχλούσε, στο τέλος οι υπουργοί μού έδειχναν εμπιστοσύνη. Εφτανε η ώρα των κρίσεων των διοικητών και παρόλο που έλεγαν το ΠΑΣΟΚ και η Ν.Δ. “αυτός δεν είναι δικός μας, γιατί να τον υποστηρίξουμε;”, τελικά δεν με άλλαζαν. Επέζησα κυβερνήσεων εφαρμόζοντας καλώς ή κακώς την πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ. Και τελικά αποπέμφθηκα από τον ΣΥΡΙΖΑ».
Εδειξε ασέβεια
Μια εβδομάδα νωρίτερα είχε αποστείλει φορτίο με είδη για τα προσφυγόπουλα στην «Αλληλεγγύη για Ολους», οργάνωση που έχει στήσει ο ΣΥΡΙΖΑ. «Θεωρώ ότι ο Τσίπρας έχει καλές προθέσεις, αλλά όλα αυτά τα άτομα γύρω του εμένα προσωπικά με ενοχλούν. Ο Πολάκης έκανε μια απίστευτη επίθεση στους διοικητές λέγοντας ότι όσο σχέση έχω εγώ με τα διαστημόπλοια τόσο έχουν αυτοί με την υγεία. Του το γυρίζω στα μούτρα και να το γράψεις έτσι. Διότι το δικό μου το έργο δεν το έχει καν ονειρευτεί. Την αγάπη που έχω πάρει από τον κόσμο δεν την έχει καν ονειρευτεί. Οτι περπατάω στον δρόμο κι έρχονται άγνωστοι σε μένα άνθρωποι και μου λένε ευχαριστώ δεν το έχει καν ονειρευτεί. Αυτά ο κύριος Πολάκης δεν τα ξέρει ίσως. Αλλά δεν μπορεί να δείχνει τέτοια ασέβεια για κάποιον που έδωσε την ψυχή του».
Σε κάθε περίπτωση, το «διοικητιλίκι», όπως λέει, είναι πια παρελθόν γι’ αυτόν. Εξάλλου προέρχεται από τον χώρο των επιχειρήσεων, επί 20 χρόνια είχε μια εταιρεία ελέγχου μεταβολισμού και αισθητικής (σ.σ.: είναι βιολόγος), από την οποία αποχώρησε όταν ανέλαβε τα καθήκοντά του στο «Ελπίς», «για να μην πει κανείς τίποτα». «Ηταν μάλλον λάθος μου. Αλλοι έχουν κρατήσει τα πάντα. Τώρα βρέθηκα να μην έχω δουλειά.
Αλλά για μένα το θέμα του δημόσιου τομέα έχει λήξει. Δεν ήταν ποτέ επιδίωξή μου να μείνω στο σύστημα του ΕΣΥ γιατί, πιστέψτε με, τα χρήματα που καταντήσαμε να μας δίνουν είναι ψίχουλα. Εγώ μόνο γιατί είχα έρθει πολύ κοντά στον κόσμο, είχα νιώσει. Θα ψάξω να βρω άλλη δουλειά, δεν θα χαθώ. Δεν έχω περάσει στη ζωή μου εύκολα, δεν μου ’χει χαρίσει κανείς τίποτα και δεν έχω να μετανιώσω για τίποτα. Αντίθετα, μπορώ να πω ότι νιώθω πολύ περήφανος και για την οικογένειά μου που με στήριξε και για τη σύζυγό μου που στάθηκε δίπλα μου και τώρα είναι στο νοσοκομείο, όπου είναι υπάλληλος, και προσπαθεί να κάνει ό,τι μπορεί με αυτούς που έμειναν».
Οπως και ο ίδιος, από όποιο μετερίζι. «Δεν θα με εμποδίσει κανείς να συνεχίσω αυτό που προσπάθησα να καταφέρω. Παρόλα τα οικονομικά προβλήματα της χώρας, πρέπει να τους δώσουμε να καταλάβουν ότι μπορούν να κόψουν από παντού, αλλά όχι από την Υγεία. Για να μπορούμε να μιλάμε για Παιδεία, Βιομηχανία, ανάπτυξη θα πρέπει καταρχήν να υπάρχουμε εμείς. Η κρίση τον αρρωσταίνει τον κόσμο και όταν το σύστημα υγείας είναι λαβωμένο, ο κόσμος φεύγει. Οταν οι άνθρωποι φεύγουν, αρρωσταίνουν, κλείνουν τις επιχειρήσεις τους, από πού θα παίρνουν φόρους; Από πού θα πληρώσουν το χρέος; Ο παππούς κι η γιαγιά μου έλεγαν ότι οι Ελληνες στην κρίση είναι μια γροθιά. Είμαστε εμείς τώρα μια γροθιά; Μήπως αυτοί που μας κυβερνάνε μας κάνουν να στρεφόμαστε ο ένας εναντίον του άλλου; Είναι ξένο προς τη ψυχοσύνθεση αυτού του λαού. Εγώ αυτή την Ελλάδα δεν την ξέρω. Θα κάτσω λοιπόν να παρακαλέσω τον υπουργό να με κρατήσει; Μα χάρη του κάνω».
Προσπαθούμε να αποφύγουμε την αναφορά στον πρόσφατο χαμό του γιου του, αλλά το μαύρο σύννεφο είναι εκεί, δεν μπορείς να το αγνοήσεις. «Εχω χτυπηθεί, αλλά δεν λέει τίποτα αυτό. Οτι είμαι πληγωμένος; Ναι, είμαι πάρα πολύ πληγωμένος. Οτι είμαι θυμωμένος με τον Θεό; Ναι, είμαι θυμωμένος. Εχω βοηθήσει πάρα πολύ κόσμο, αλλά δεν βοήθησα δικούς μου ανθρώπους. Αυτό μπορεί να μου το προσάψει κάποιος».
Η συνάντηση
Συναντηθήκαμε στο Nice ‘n’ Easy της Σκουφά. Ο κ. Γιάνναρος παρήγγειλε μια μπίρα Νήσος και ένα μοσχαράκι Αρκαδίας, εγώ μια σούπα μπρόκολου και μια μπίρα χωρίς αλκοόλ, για άγνωστο λόγο. Δεν πήραμε ψωμί. «Είμαι γενικά λιτοδίαιτος» μου είπε από την αρχή και το απέδειξε στη συνέχεια.
Κατά τη διάρκεια του γεύματος, λύσαμε και τις απορίες μας σε ό,τι αφορά τη συνεπωνυμία μας: δεν υπάρχει συγγένεια. Εκείνος προέρχεται από τη γνωστή δημοσιογραφική οικογένεια Γιάνναρου. «Είχαν την “Εσπερινή” και την “Πρωινή”, δύο εφημερίδες-θρύλους, βασιλικές βεβαίως, αλλά πολύ καινοτόμες για την εποχή τους. Να ξέρεις πάντως ότι το “σωστό” είναι Γιαννάρου και όχι Γιάνναρου».
Oι σταθμοί του
1956
Γεννήθηκε στην Αθήνα.
1976-1980
Πρώτο πτυχίο ήταν αυτό του χειριστή επιβατικών αεροσκαφών στις ΗΠΑ. Σπουδάζει Βιολογία στη Γερμανία και στην Αυστρία. Στη συνέχεια ειδικεύεται στο Κέντρο Πυρηνικών Ερευνών στο Leopoldshafen στην Καρλσρούη στην πυρηνική και μοριακή βιολογία. Ειδικεύεται επίσης στη Βιολογία της Θαλάσσης στο Πανεπιστήμιο Goettingen της Γερμανίας.
1987
Ιδρυσε την εταιρεία για τη μελέτη και διάσωση της Μεσογειακής φώκιας MOm, της οποίας διατέλεσε αντιπρόεδρος τα δύο πρώτα χρόνια.
1987-1991
Εργάζεται σε υψηλόβαθμες θέσεις σε πολυεθνικές εταιρείες στην Ελλάδα και στο εξωτερικό.
Είναι πατέρας τριών αγοριών, του Αλέξανδρου, του Πάτρικ και του Ριχάρδου. Ο Πάτρικ «έφυγε» πρόωρα.