Στις 3 Μαρτίου, η Ελληνίδα Βασιλική Σκάρφιλντ θα γιόρταζε με τον Βρετανό αρχαιολόγο Κρις την επέτειο του γάμου τους, που τους χάρισε τέσσερα παιδιά, στο Μάνσφιλντ, μια βιομηχανική πόλη 85.000 κατοίκων, στην Αγγλία. Ομως το τηλεφώνημα που δέχτηκαν από δημοσιογράφο του Guardian εκείνο το μουντό πρωινό θα άλλαζε για πάντα το νόημα της επετείου στη συνείδησή τους. Ο 25χρονος γιος τους Κωνσταντίνος Ερικ Σκάρφιλντ είχε σκοτωθεί, μία μέρα νωρίτερα, στο συριακό χωριό Τελ Χάμες, κοντά στα σύνορα με την Τουρκία, μαχόμενος, στο πλευρό Κούρδων ανταρτών, τους τζιχαντιστές του Ισλαμικού Κράτους. Αυτές τις μέρες, η κυρία Βασιλική βρίσκεται στην Αθήνα για να προωθήσει την καμπάνια που έχει ξεκινήσει στην Αγγλία, στη μνήμη του γιου της: μια καμπάνια για την ενίσχυση των Κούρδων μαχητών που αποτελούν, στη συνείδησή της, «τον προμαχώνα του πολιτισμού απέναντι σε μια βαρβαρότητα που μας απειλεί όλους».
Οι παλιοί συμμαθητές του Κωνσταντίνου δεν θα μπορούσαν να φανταστούν ότι ο φίλος τους θα γινόταν πεζοναύτης του βρετανικού στρατού και θα πέθαινε σαν μάρτυρας των Κούρδων. «Από μικρός διάβαζε πολύ, δεν ήταν το παιδί που θα χανόταν με τις ώρες στο Ιντερνετ», μας λέει η κυρία Βασιλική. «Αγαπούσε τον Ντοστογέφσκι, τον Στάινμπεκ, τα ιστορικά αναγνώσματα. Η πρώτη του επιλογή ήταν να γίνει ηθοποιός.
Εβγαλε δραματική σχολή, απέκτησε μάλιστα και δεξιότητες στα ακροβατικά, που του επέτρεπαν να δουλέψει και σε τσίρκο. Δυστυχώς, είχε την τάση να ακροβατεί περισσότερο από ό,τι θα έπρεπε και στη ζωή του», θα μας πει με πικρό χαμόγελο.
Η θητεία του στην Ελλάδα
Εχοντας μάθει αρκετά καλά ελληνικά στο ελληνικό σχολείο του Νότιγχαμ, ο Κωνσταντίνος ένιωθε πάντα έναν δεσμό με την πατρίδα της μητέρας του, την οποία επισκέφθηκε για έξι εβδομάδες στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2004. Παρότι δεν είχε υποχρέωση, υπηρέτησε εθελοντικά στον ελληνικό στρατό επί έξι μήνες, το 2010-2011. Τεθωρακισμένα, Εβρος-Λουτράκι. «Εκείνο που τον εντυπωσίασε από τη συναναστροφή του με τους Ελληνες οπλίτες ήταν ότι βρήκε πολλά “ψαγμένα” άτομα, όπως μας έλεγε, παιδιά που σκέφτονταν και συζητούσαν για τα “μεγάλα πράγματα” της ζωής και του κόσμου, κάτι που δεν χαρακτήριζε τους περισσότερους φίλους του στην Αγγλία. Κι εκείνο που καμάρωνε πιο πολύ ήταν που τον επέλεξαν για την περιφορά του Επιτάφιου στο Λουτράκι».
Με την επιστροφή του στην Αγγλία, ο Κωνσταντίνος κατατάσσεται στο βρετανικό Σώμα Πεζοναυτών. Τι κάνει τον γιο δύο αρχαιολόγων, έναν νέο άνδρα με πνευματικές ανησυχίες και καλλιτεχνικές τάσεις, να στραφεί σε ένα τόσο σκληρό επάγγελμα; «Νομίζω ότι ήταν η πρόκληση που τον ερέθιζε», μας λέει η μητέρα του. «Η πρόκληση να κάνει κάτι δύσκολο, απαιτητικό, αλλά και χρήσιμο για τη χώρα του και την ανθρωπότητα. Πάντως, το κίνητρό του δεν ήταν ούτε τα χρήματα ούτε η καριέρα. Αλλωστε δεν δίστασε να εγκαταλείψει το Σώμα, ανακοινώνοντας στους προϊσταμένους του ότι θα πήγαινε να πολεμήσει στη Συρία, μαζί με τους Κούρδους. Να πολεμήσει ως εθελοντής, όχι ως μισθοφόρος. Αυτό που τον ερέθισε ήταν οι φρικτοί αποκεφαλισμοί Βρετανών από τζιχαντιστές και η ηρωική αντίσταση των Κούρδων απέναντί τους».
Φτάνοντας στη βόρεια Συρία μέσω Τουρκίας στις αρχές Δεκεμβρίου του 2014, ο Κωνσταντίνος εντάχθηκε αμέσως στις Ομάδες Λαϊκής Αυτοάμυνας (YPG), την πολιτοφυλακή του αριστερού, κουρδικού κόμματος PYD. Σε φωτογραφίες του από το μέτωπο τον βλέπουμε κάτω από πορτρέτα του Αφροαμερικανού επαναστάτη Μάλκολμ Χ και του Αμπντουλάχ Οτσαλάν. Ρωτήσαμε την κυρία Βασιλική αν έπαιξαν ρόλο στην παράτολμη επιλογή του αριστερές, ιδεολογικές συμπάθειες.
«Δεν θα το έλεγα. Ο Κωνσταντίνος ήταν πέρα από τις διαμάχες μεταξύ Δεξιάς και Αριστεράς. Δεν έβλεπε καμία ουσιώδη διαφορά ανάμεσα στα πολιτικά κόμματα. Η ελευθερία και ο ανθρωπισμός, αυτά ήταν οι σημαίες του. Στο σχολείο είχε μαζέψει μαζί με καμιά δεκαπενταριά συμμαθητές του γύρω στις 40.000 λίρες με εκδηλώσεις και εράνους, κάτι που τους επέτρεψε να ταξιδέψουν στη Νότια Αφρική, να μάθουν για το απαρτχάιντ, να επισκεφθούν παλιά γκέτο και το κελί του Νέλσον Μαντέλα. Ολα αυτά τον επηρέασαν πολύ, αλλά η κομματική στράτευση τον άφηνε παγερά αδιάφορο».
Στην πρώτη γραμμή
Επί τρεις μήνες, ο Κωνσταντίνος βρίσκεται στην πρώτη γραμμή του μετώπου με τους τζιχαντιστές, στην αρχή στα βουνά Σιντζάρ, στα σύνορα με το Ιράκ, και ύστερα γύρω από το Καμισλί, κοντά στα τουρκικά σύνορα. Στις 2 Μαρτίου εκτελεί αποστολή μεταφοράς αμάχων και τραυματιών με τεθωρακισμένο όχημα, στο πεδίο της μάχης, στο Τελ Χάμες. Εκεί θα τον βρει η μοιραία ρουκέτα του Ισλαμικού Κράτους, που θα εξαφανίσει το ένα χέρι και το μισό του στήθος. «Το πρόσωπό του, όμως, έμεινε σχεδόν ανέγγιχτο», μας λέει η κυρία Βασιλική, που ζαναζεί μαζί μας εκείνη την τρομερά δύσκολη στιγμή, όταν αντίκρισε μετά από μήνες τον γιο της, αυτήν τη φορά μέσα στο φέρετρο. Στη κηδεία του, στο Νότιγχαμ, ήταν τυλιγμένος με τρεις σημαίες: την ελληνική, τη βρετανική και την κουρδική.
Στο σπίτι της οικογένειας Σκάρφιλντ, στο Μπάρνσλι, η Αντιτρομοκρατική Υπηρεσία έχει τοποθετήσει κάμερες παρακολούθησης και συναγερμό, μην τυχόν και γίνουν στόχοι βίαιων ενεργειών από συμπαθούντες του Ισλαμικού Κράτους στην Αγγλία. «Εκατοντάδες, ίσως και χιλιάδες Βρετανοί, με καταγωγή από το Πακιστάν ή άλλες μουσουλμανικές χώρες, πολεμούν στο πλευρό των τζιχαντιστών στη Συρία. Ο κίνδυνος να μεταφερθεί εδώ, στη Δύση, ο εμφύλιος της Συρίας είναι υπαρκτός. Δεν υποστηρίζω ότι πρέπει να στείλουμε στρατό εκεί κάτω. Δεν θέλω κι άλλες μάνες Βρετανών ή Ελλήνων να κλάψουν σαν κι εμένα. Αλλά δεν θέλω να συνεχίσουν να θρηνούν θύματα ούτε οι μάνες των Κούρδων. Στο κάτω κάτω, αυτοί οι άνθρωποι παλεύουν για λογαριασμό όλων μας. Ας τους βοηθήσουμε, με χρήματα, όπλα και με την αλληλεγγύη μας. Αυτό είναι το ελάχιστο που οφείλουμε και σ’ αυτούς και στους εαυτούς μας».