Σειρά προκλήσεων και δυσκολιών θα κληθεί να αντιμετωπίσει η αγορά ακινήτων της χώρας προκειμένου να ανακάμψει, με τους ειδικούς του κλάδου να αποφεύγουν να προβούν σε προβλέψεις για την πορεία του τομέα τους για το 2016, έχοντας αποτύχει –λόγω των συνεχών απρόβλεπτων εξελίξεων στην οικονομία και στην πολιτική σκηνή της χώρας τα τελευταία χρόνια– σε αντίστοιχες προσπάθειες του παρελθόντος. Παρ’ όλα αυτά, το νέο έτος αναμένεται να επιφέρει και κάποιες σημαντικές διαφοροποιήσεις, αρχής γενομένης από την άρση της προστασίας μερίδας δανειοληπτών απέναντι στους πλειστηριασμούς, γεγονός το οποίο, σύμφωνα με τον κ. Γιάννη Παρασκευόπουλο, γενικό διευθυντή της Δανός Συνεργάτες/BNP Paribas Real Estate, μπορεί ίσως να ωθήσει τους ιδιοκτήτες να πωλήσουν τα ακίνητά τους.
Κατά τον ίδιο, «η επιλογή πολλών νοικοκυριών να μην εξυπηρετούν τα δάνειά τους, ακόμα κι αν είχαν τη δυνατότητα, και η ανυπαρξία πίεσης να πουλήσουν το ακίνητό τους δεν βοηθούσε τη στήριξη της όποιας ζήτησης στην αγορά κατοικίας. Οι νέες νομοθετικές ρυθμίσεις για την άρση των πλειστηριασμών, αλλά και ο εξορθολογισμός στην αντιμετώπιση των “κόκκινων” δανείων, μέσω της τεχνογνωσίας που θα προσφέρουν οι εταιρείες διαχείρισης, οι οποίες θα αναλάβουν, θα αλλάξει σίγουρα τη συγκεκριμένη αγορά», τονίζει ο κ. Παρασκευόπουλος.
Αναλύοντας την πορεία της αγοράς κατοικίας, επισημαίνει ότι το 2015 συνεχίστηκε η πτωτική πορεία των τιμών, αλλά με σαφώς μικρότερο πρόσημο σε σχέση με προηγούμενες χρονιές. Ενας από τους λόγους που η εν λόγω αγορά αδυνατεί να ανακάμψει είναι και η ανύπαρκτη δυνατότητα δανεισμού, καθώς, όπως αναφέρει ο κ. Παρασκευόπουλος, «πουθενά στον κόσμο δεν λειτουργεί η αγορά κατοικίας (και όχι μόνο) χωρίς την υποστήριξη τραπεζικού δανεισμού, ο οποίος βέβαια θα πρέπει να κινείται σε λογικά πλαίσια και όχι στις υπερβολές του παρελθόντος». Σημαντικός παράγοντας ανάσχεσης της όποιας δυνατότητας ανάκαμψης της αγοράς κατοικίας είναι και το γεγονός ότι πολλά ακίνητα είναι δανεισμένα σε υψηλές αξίες, με αποτέλεσμα ακόμα κι αν θέλουν οι ιδιοκτήτες να τα πουλήσουν, να μην είναι σε θέση να το πράξουν, καθώς οι τράπεζες δεν δίνουν τη συγκατάθεσή τους για κάτι τέτοιο, μιας και θα απαιτούσε «κούρεμα» του δανείου που έχει χρηματοδοτήσει την αρχική αγορά του εκάστοτε ακινήτου.
Σύμφωνα με τον κ. Παρασκευόπουλο, αρνητικά επιδρά επίσης η ασύμμετρη και διαρκώς μεταβαλλόμενη φορολογική πολιτική, καθώς η υπέρμετρη κι εν πολλοίς άδικη φορολογική μεταχείριση των ακινήτων δεν δημιουργεί ελκυστικό προϊόν προς αγορά. Επιπλέον, το υψηλό ποσοστό ιδιοκατοίκησης σημαίνει ότι δεν υπάρχει η έντονη ανάγκη για αλλαγή στη στέγαση των νοικοκυριών.
Πάντως, παρότι η κατάσταση εξακολουθεί να παραμένει ρευστή αναφορικά με τις αγοραπωλησίες ακινήτων, καταγράφεται αναθέρμανση του αγοραστικού ενδιαφέροντος σε δύο βασικούς τομείς της αγοράς, μια τάση μάλιστα που θα συνεχιστεί και φέτος. Ο λόγος, για τα ακίνητα εισοδήματος (επαγγελματικά κτίρια γραφείων, εμπορικά κέντρα και αποθηκευτικές εγκαταστάσεις), όπου οι αποδόσεις έχουν παραμείνει, σε γενικές γραμμές, σταθερές, και τα ξενοδοχεία και λοιπά τουριστικά ακίνητα. Ιδίως όμως για την τελευταία περίπτωση, θα πρέπει να τηρηθεί στάση αναμονής έως ότου ξεκαθαρίσει το τοπίο με τις ρυθμίσεις των «κόκκινων» δανείων, αλλά και το πώς θα αντιμετωπίσουν οι τράπεζες τους υπερχρεωμένους ιδιοκτήτες ξενοδοχείων.
Ειδικά όσον αφορά τα ξενοδοχεία και τον κλάδο της τουριστικής κατοικίας, ο κ. Παρασκευόπουλος επισημαίνει ότι ναι μεν η άνοδος του τουρισμού έχει οδηγήσει σε σημαντική ζήτηση για ξενοδοχειακές μονάδες, αλλά αυτή, προς το παρόν, δεν έχει μετουσιωθεί σε συγκεκριμένες συναλλαγές. Αυτή η απραξία αποδίδεται στον υψηλό δανεισμό των τουριστικών επιχειρήσεων και την αδυναμία εξεύρεσης λύσης από την πλευρά των τραπεζών. Σύμφωνα με τον ίδιο, σημαντικό ρόλο για την πορεία της εν λόγω αγοράς θα διαδραματίσει όχι μόνο η αντιμετώπιση των υπερχρεωμένων ξενοδόχων, αλλά και η ολοκλήρωση σημαντικών επενδύσεων που χειρίζεται το ΤΑΙΠΕΔ, όπως ο Αστέρας Βουλιαγμένης, η Κασσιόπη και το Παλιούρι στη Χαλκιδική.
«Η αγορά των σύνθετων τουριστικών καταλυμάτων, ως η μόνη αγορά στην οποία παρατηρείται ενδιαφέρον για ανάπτυξη ακινήτων, θα δώσει και αυτή τον δικό της τόνο, προσδοκώντας στη συνολική ανάπλαση περιοχών και στη δημιουργία ενός πιο advanced τουριστικού προϊόντος. Το μεγάλο στοίχημα στη συγκεκριμένη προσπάθεια ιδιωτικών αναπτύξεων σε τουριστικές περιοχές είναι πώς θα λειτουργήσουν στην πράξη τα νέα εργαλεία του ΕΣΧΑΔΑ και του ΕΣΧΑΣΕ, καθώς και η διαδικασία του fast track. Σε περίπτωση θετικών εξελίξεων και απομάκρυνσης του κινδύνου πισωγυρισμάτων (π.χ. με κάποια αλλαγή στη μέχρι σήμερα αντιμετώπιση των παραπάνω θεμάτων), είναι σίγουρο πως θα υπάρξουν σημαντικές επενδύσεις», αναφέρει χαρακτηριστικά ο κ. Παρασκευόπουλος.
Αναμφίβολα πάντως, για την ανάκαμψη της αγοράς ακινήτων είναι απαραίτητη προϋπόθεση η επανεκκίνηση της λειτουργίας του τραπεζικού συστήματος, καθώς η ανακεφαλαιοποίηση δεν είναι αρκετή και χρειάζεται η επιστροφή των διαφυγόντων καταθέσεων, αλλά και η επιστροφή των ίδιων των τραπεζών σε πραγματική κερδοφορία.