Τον εκπαίδευσαν Αμερικανοί στρατιωτικοί και τον βρήκαν «λαμπρό μαθητή». Μπήκε στις ειδικές δυνάμεις της Γεωργίας και διακρίθηκε στον άτυχο πόλεμο του 2008 με τη Ρωσία. Επτά χρόνια αργότερα, ο Ταρχάν Μπατιρασβίλι, ή Αμπού Ομάρ αλ Σισάνι, όπως έχει γίνει πια γνωστός, είναι ο πιο επίφοβος στρατιωτικός διοικητής του... Ισλαμικού Κράτους στη Συρία. Τη διδακτική ιστορία γι’ αυτό το... «αυτογκόλ» των Αμερικανών, που δεν είναι βέβαια το μοναδικό, φέρνει στο φως το καλά ενημερωμένο δημοσιογραφικό συγκρότημα McClatchy, με έδρα την Ουάσιγκτον.
Ο Ταρχάν Μπατιρασβίλι γεννήθηκε πριν από τριάντα χρόνια στο Φαράγγι Πανσίκι, έναν μικρό θύλακο περίπου 10.000 μουσουλμάνων Τσετσένων, στην ορθόδοξη χριστιανική Γεωργία. Στα νεανικά του χρόνια, οι θρησκευτικές του δοξασίες ήταν μετριοπαθείς, αλλά ο πόλεμος του Πούτιν στη γειτονική Τσετσενία αναπτέρωσε τα αντιρωσικά του αισθήματα.
Το 2000 οικοδομείται στην περιοχή του, χάρη σε σαουδαραβικά κεφάλαια, ένα νέο τζαμί, που θα κηρύξει μια πιο ριζοσπαστική εκδοχή του Ισλάμ και θα προσελκύσει κυρίως νέους, μεταξύ των οποίων και τον Ταρχάν. Το 2006, σε ηλικία είκοσι χρόνων εντάσσεται στον γεωργιανό στρατό, αναζητώντας, όπως και πολλοί άλλοι νέοι της περιοχής του, μια διέξοδο από τη φτώχεια και την περιθωριοποίηση. Θα τον εκπαιδεύσουν Αμερικανοί ειδικοί των ειδικών δυνάμεων, οι οποίοι έχουν αναλάβει να οργανώσουν και να εκπαιδεύσουν τις επίλεκτες δυνάμεις του στενού τους συμμάχου, προέδρου της Γεωργίας, Μιχαήλ Σαακασβίλι. Ο νεαρός Τσετσένος θα εντυπωσιάσει για τις στρατιωτικές αρετές του και θα ενταχθεί στον γεωργιανό στρατό ως υπαξιωματικός.
Τον Αύγουστο του 2008, ο Σαακασβίλι κάνει το μοιραίο λάθος να εισβάλει στον αυτόνομο θύλακο των ρωσόφωνων αυτονομιστών, στη Νότια Οσετία, προκαλώντας τον Πούτιν. Ο πόλεμος είναι σύντομος και το αποτέλεσμά του συντριπτικό για τη Γεωργία. Δίνει όμως τη δυνατότητα στον Μπατιρασβίλι να αποδείξει την αξία του στο πεδίο της μάχης, επιφέροντας, μαζί με τους συντρόφους του, σημαντικές απώλειες στον εχθρό. Ωστόσο η εικόνα του αρχίζει να θολώνει δύο χρόνια αργότερα, όταν συλλαμβάνεται και μένει 16 μήνες στη φυλακή για λαθρεμπόριο όπλων.
Αρχές 2012, αποστρατευθείς πλέον από τον γεωργιανό στρατό, φεύγει για την Τουρκία και τα ίχνη του χάνονται, μέχρι να αναδυθεί εκ νέου στη Συρία, αυτή τη φορά ως... Αμπού Ομάρ αλ Σιστάνι. Διακρίνεται στις στρατιωτικές επιχειρήσεις τζιχαντιστών εναντίον του καθεστώτος Ασαντ στο Χαλέπι. Το αποκορύφωμα ήρθε τον Αύγουστο του 2013 με την κατάληψη της αεροπορικής βάσης Μενάγκ, την οποία οι αντικαθεστωτικοί προσπαθούσαν, χωρίς αποτέλεσμα, να καταλάβουν επί δύο χρόνια.
Με την αίγλη που έχει αποκτήσει χάρη στις στρατιωτικές επιτυχίες του και με τη βοήθεια της Αλ Κάιντα, ο Αμπού Ομάρ στήνει ένα μεγάλο δίκτυο προσέλκυσης τζιχαντιστών από τον Βόρειο Καύκασο, το Ουζμπεκιστάν, το Τατζικιστάν και το Αφγανιστάν. Οταν επέρχεται, στα τέλη του 2013, η ρήξη ανάμεσα στην Αλ Κάιντα και το Ισλαμικό Κράτος, επιλέγει το δεύτερο. Σήμερα, είναι ο ανώτατος στρατιωτικός διοικητής του Ισλαμικού Κράτους στη βόρεια Συρία και μέλος του «κυβερνητικού συμβουλίου» του. Οι Αμερικανοί εκπαιδευτές του, που προέβλεψαν ότι είχε μπροστά του μια λαμπρή καριέρα, μπορούν να αισθάνονται με κάποιο τρόπο δικαιωμένοι...