Έτσι έζησα την επίθεση των τρομοκρατών στο Stade de France

Δεν είχα κανονίσει να δω τον αγώνα ποδοσφαίρου ανάμεσα στη Γαλλία και τη Γερμανία. Εξάλλου δεν είχα και εισιτήριο. Αλλά μια φίλη μού πρότεινε την Παρασκευή να μου παραχωρήσει τη θέση της. Φυσικά και δέχθηκα, κυρίως γιατί οι συνθήκες θα ήταν εξαιρετικές: θέση VIP, λίγη σαμπάνια, πτι φουρ, και μια τέλεια θέση για να δω τη συνάντηση, όχι μακριά από το σημείο που καθόταν ο πρόεδρος. Δεν ήξερα μέχρι εκείνο το σημείο ότι ο Φρανσουά Ολάντ θα βρισκόταν επίσης στο γήπεδο "Stade de France".

Ο έλεγχος που γινόταν από τους αστυνομικούς αυξανόταν όταν έμπαινα στο πάρκινγκ με το σκούτερ μου. Το ίδιο και για να μπω μέσα στο γήπεδο. Είναι η πρώτη φορά που ένιωσα να υπάρχει τέτοια ασφάλεια πηγαίνοντας σε αγώνα. Δεν ήξερα ότι αυτό θα έπαιζε ρόλο στο δράμα που θα κορυφωνόταν λίγα λεπτά αργότερα.

Κάθισα μόλις οι δύο εκρήξεις έγιναν αντιληπτές. Σκέφτομαι ότι μπορεί να είναι σκληροπυρηνικοί οπαδοί που έχουν κροτίδες. Αν ζούσα στην Ιερουσαλήμ, θα έβλεπα σίγουρα τα πράγματα με άλλο μάτι. Ζω όμως στο Παρίσι, και παρά τις απειλές του Ιανουαρίου δε νιώθω καθόλου να απειλούμαι εκείνη τη στιγμή. Το να ζεις όμως σε μια χώρα που έχει ειρήνη για παραπάνω από 70 χρόνια και να θεωρείς την κατάσταση δεδομένη, τελειώνει εκεί. Έκανα λάθος.

Το ότι έκαναν τις επιθέσεις τους στα αγαπημένα μας μέρη με γέμισε τρόμο και χωρίς αμφιβολία αυτή είναι η πιο μεγάλη επιτυχία που πέτυχαν αυτά τα αρρωστημένα μυαλά.

Στο ημίχρονο, επιστρέφουμε στα σαλόνια του γηπέδου, λίγη σαμπάνια ακόμα. Το ίντερνετ δεν έχει καλό σήμα, δεν έχουμε καμία εικόνα του τι γίνεται έξω από το γήπεδο. Λίγα λεπτά μετά την έναρξη του δευτέρου ημιχρόνου όλα αλλάζουν. Το κινητό μου αρχίζει να δονείται σαν τρελό. Η μητέρα μου, η αδερφή μου, οι φίλοι μου, οι συνάδελφοί μου. Όλοι όσοι ξέρουν που είμαι, που βγαίνω, με ρωτούν αν είναι όλα καλά. Προφανώς και είμαι καλά, κοιτάξτε με, είμαι με άλλα 80.000 άτομα και βλέπουμε έναν αγώνα ποδοσφαίρου! Λάθος! Συνειδητοποιώ, από τις κουβέντες των ενδιάμεσων στο τηλέφωνο ότι το Παρίσι χτυπήθηκε από τον τρόμο. Όμως η σύνδεση κόπηκε και έτσι δεν μπόρεσα να εκτιμήσω τη σοβαρότητα της κατάστασης. Γέλασα λίγο όταν η μητέρα μου πανικοβλήθηκε στην προσπάθειά της να με πληροφορήσει. Μου λέει ότι το στάδιο εκκενώνεται σιγά σιγά, όμως βλέπω με τα μάτια μου ότι κάτι άλλο συμβαίνει. Όπως όλες οι μητέρες είναι λογικό να ανησυχεί υπερβολικά. Τελικά κι αυτή δεν έχει καταλάβει το μέγεθος της τρέλας που ανακοινώνεται (απ' τα μεγάφωνα).

Το παιχνίδι τελειώνει, σχεδόν κανονικά, παρ' ότι όλος ο κόσμος ξέρει ήδη ότι τα σημαντικά δεν διαδραματίζονται πλέον στον αγωνιστικό χώρο. Η έξοδος από το γήπεδο είναι λίγο χαοτική αλλά καταφέρνουμε τελικά να βγούμε. Λίγο πιο μετά έμαθα ότι ένας από τους καμικάζι είχε εισιτήριο για το ματς και ότι στην προσπάθειά του να μπει στο γήπεδο έγινε αντιληπτός από τον υπεύθυνο ασφαλείας (από το γιλέκο με τα εκρηκτικά με το οποίο ήταν ζωσμένος), ο οποίος τον σταμάτησε. Ο τρομοκράτης λοιπόν θα είχε πυροδοτήσει τον μηχανισμό αν είχε μπει. Εγώ φεύγω από το Saint-Denis. Ανηφορίζοντας με το δίκυκλό μου, ένας ξαφνικός τρόμος με κυρίευσε.

Κι αν επιστρέφοντας στο Παρίσι έπεφτα πάνω σε άλλους τρομοκράτες ή οπλισμένους και με χτυπούσαν; Στην τελική, στο εσωτερικό του σταδίου ήμαστε προστατευμένοι. Ποιος ξέρει πως θα είναι η κατάσταση απ' έξω, και πως μπορεί να εξελιχθούν τα πράγματα;

Επιστρέφω πολύ γρήγορα, με το βλέμμα μου στραμμένο στο διαμέρισμά μου, στο 18ο διαμέρισμα του Παρισιού. Φθάνοντας, κρατάω το κράνος στο χέρι, σκεπτόμενος -αφελώς θα πει κανείς- ότι μπορεί να με προστατεύσει σε περίπτωση πυροβολισμών. Η συνέχεια, και νιώθοντας προστατευμένος πίσω από την πόρτα μου που είχα διπλοκλειδώσει, είναι ένα ατέλειωτο τούνελ τρόμου. Αφού καθησύχασα όλους όσοι με έπαιρναν τηλέφωνο για να μάθουν πως είμαι, έπεσα με τα μούτρα στο διαδίκτυο και στην οθόνη της τηλεόρασης.

Σαράντα νεκροί, ογδόντα, εκατό, που θα σταματήσει ο λογαριασμός; Οι εικόνες από το Bataclan με κάνουν να θέλω να κλάψω. Εκείνο το κορίτσι που κρεμόταν από ένα παράθυρο, που πίστευε ότι ήταν καλύτερα να έμενε ανάπηρη παρά να πέθαινε...Ένας φίλος με ειδοποιεί ότι μια φίλη είναι μέσα στην αίθουσα. Η αγωνία ξεκινά. Όπως οι ιστορίες αυτών που ξέφυγαν από το θάνατο. Αυτών που κατευθύνονταν στο μπαρ του 10ου διαμερίσματος και που σταμάτησαν από τους πυροβολισμούς. Για λίγα λεπτά, αυτοί οι φίλοι θα μπορούσαν να έχουν πέσει θύματα των τρομοκρατών.

Οι ώρες περνούν. Η φίλη που ήταν στο Bataclan είναι σώα και αβλαβής. Βγήκε αρκετά έγκαιρα με τη βοήθεια της αστυνομίας. Σκεφτόμουν ότι το παράξενο γούστο της στη μουσική θα μπορούσε να της είχε κοστίσει τη ζωή. Την επόμενη μέρα, εγώ θα πήγαινα στη συναυλία των U2, η οποία φυσικά ακυρώθηκε. Πώς να κοιμηθείς τώρα; Αύριο, θα έπρεπε να ξαναβγώ έξω και να προσπαθήσω να μην είμαι καχύποπτος με αυτούς που θα περπατούσαν δίπλα μου. Γιατί αυτοί οι δολοφόνοι, ήθελαν να χτυπήσουν την καρδιά του Παρισιού, την καρδιά της Γαλλίας. Χτύπησαν εκεί που πάνε μόνο οι κάτοικοι της γειτονιάς, όχι στα τουριστικά μέρη. Το ότι έκαναν τις επιθέσεις τους στα αγαπημένα μας μέρη με γέμισε τρόμο και χωρίς αμφιβολία αυτή είναι η πιο μεγάλη επιτυχία που πέτυχαν αυτά τα αρρωστημένα μυαλά. Το ότι κατάφεραν να μεταφέρουν τον τρόμο μέσα στο σπίτι μας. Μπορώ να μην πάω από τον Πύργο του Άιφελ, αλλά δε μπορώ να μην πάω στο αγαπημένο μου εστιατόριο.

Στο 10ο και 11ο διαμέρισμα ζούνε οι χίπστερ, οι "bobos" όπως λέμε (συντόμευση από το bourgeois-bohème). Είναι ένας τόπος με ετερόκλιτους ανθρώπους, με ελευθερίες. Εκεί όπου αναμειγνύονται ακόμα οι κοινωνικές τάξεις, ακόμα κι αν κάτι τέτοιο δε θα συνεχιστεί για πολύ. Το να επιτίθεσαι εναντίον τους είναι σα να επιτίθεσαι εναντίον της ψυχής της πρωτεύουσας. Δεν αρέσει σε όλους τους Γάλλους, αλλά είναι ξεκάθαρο σύμβολο της αυτής της πόλης. Αυτό είναι που με κάνει και τρομάζω τόσο. Όντας απλά Παριζιάνος, αισθάνομαι να είμαι στο στόχαστρό τους. Ένα πιθανό θύμα. Δεν θέλω να το υποστώ, δεν επιζητώ την προσοχή τους. Το πρωί βγήκα στην αγορά για ψώνια, να αγοράσω λαχανικά και κρέας, καθώς και τυρί και κρασί. Συνέχισα να απαντώ σε πολλούς στο τηλέφωνο που -λόγω απόστασης- ήθελαν να μάθουν τα νέα μου. Η θετική τους σκέψη ήταν οξυγόνο όσο σκεφτόμουν ότι μου έλειπαν. Και στη συνέχεια τι θα γίνει; Θα συνεχίσω να πηγαίνω στο αγαπημένο μου εστιατόριο, έχοντας βέβαια τα μάτια μου ανοιχτά. Δεν έχω κάποια άλλη απάντηση, κάποια λύση, ή κάποια φιλοσοφία να μοιραστώ.

Θέλω μόνο να συνεχίσω να είμαι ένας ελεύθερος άνθρωπος. Είχα ξεχάσει πόσο μεγάλη πρόκληση μπορεί να είναι κάτι τέτοιο...

Leave a Reply